image back

ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ

ΟΜΦΑΛΙΚΟ ΑΙΜΑ

ΥΠΟΔΟΜΗ - ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΓΟΝΕΙΣ

ΓΙΑΤΙ CRYOTECH

ΕΤΑΙΡΕΙΑ

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

ΕΙΚΟΝΕΣ

BINTEO

Το βασικό επιχείρημα των πολέμιων της οικογενειακής - ιδιωτικής φύλαξης, στηρίζεται στην άποψη ότι: «όταν ένα παιδί νοσήσει νωρίς στη ζωή του από κάποια αιματολογική κακοήθεια (π.χ. λευχαιμία), το ομφαλικό του αίμα επίσης νοσεί ή θα νοσήσει, συνεπώς μια αυτόλογη μεταμόσχευση (δηλ. μεταμόσχευση με υλικό που προέρχεται από το παιδί που αργότερα αρρώστησε) θα ήταν άχρηστη». Η παραδοχή αυτή περιγράφει τη μισή μόνο αλήθεια. Πράγματι, αν κάποιο άτομο πάσχει από κληρονομική ασθένεια (π.χ. από Μεσογειακή Αναιμία), το ομφαλικό του αίμα επίσης νοσεί. Επίσης, αν κάποια ασθένεια έχει αίτια που μπορούν να ανιχνευτούν πριν τη γέννησή του (γενετική αλλοίωση που προέκυψε όσο το έμβρυο βρισκόταν στη μήτρα), το αυτόλογο μόσχευμα δεν αποτελεί την καλύτερη επιλογή (μπορεί εντούτοις να αποτελεί τη μόνη επιλογή, αν δεν βρεθεί ιστοσυμβατό ξένο μόσχευμα). Σε αυτή την περίπτωση, η πιθανότητα το αυτόλογο μόσχευμα να οδηγήσει σε επανάληψη της ασθένειας, είναι της τάξης του 1%.

Όμως, τα παραπάνω προφανώς δεν ισχύουν, παρά μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις. Πολλά αιματολογικά νοσήματα έχουν επίκτητα αίτια, όπως η έκθεση σε καρκινογόνες ουσίες ή ακτινοβολίες, τα οποία είναι ανεξάρτητα από την υγεία του παιδιού κατά τη γέννησή του. Άλλωστε, αν συνέβαινε το αντίθετο, θα έπρεπε όλες οι δωρεές ομφαλικών μοσχευμάτων, να ελέγχονται γενετικά για την ύπαρξη προλευχαιμικών αλλοιώσεων ή εναλλακτικά να παρακολουθείται η υγεία κάθε νεογνού - δότη ως τα πρώτα (πόσα;) έτη της ζωής του και να αφαιρείται από τη δημόσια δεξαμενή, τυχόν δείγμα, που προέρχεται από παιδί που έχει αργότερα νοσήσει. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει σε καμία δημόσια τράπεζα του κόσμου, ενώ οι διεθνείς οδηγίες, που θέτουν τα πρότυπα ποιότητας των ομφαλικών μοσχευμάτων, δεν αναφέρουν πουθενά την ανάγκη διενέργειας γενετικών ελέγχων για την ύπαρξη προλευχαιμικών κλώνων, γεγονός που φανερώνει τη σπανιότητα αυτών των περιπτώσεων.

Η παραδοχή αυτή θα ήταν αληθής, αν όλα τα δείγματα που δεν φυλάσσονται ιδιωτικά, κατέληγαν στη δημόσια τράπεζα. Κάτι τέτοιο δυστυχώς δεν συμβαίνει, με την πλειονότητα των δειγμάτων που δεν φυλάσσονται ιδιωτικά να πετιούνται. Στην πραγματικότητα, ο αριθμός των δωρεών στην Ελλάδα έχει αυξηθεί, από τότε που άρχισαν να λειτουργούν ιδιωτικές μονάδες φύλαξης, οι οποίες με δική τους προσπάθεια και δικά τους έξοδα, ενημερώνουν το κοινό για την αξία του ομφαλικού αίματος και τους ιατρούς για τη διαδικασία συλλογής του. Η δημόσια τράπεζα, εξακολουθεί να υπολείπεται τόσο σε υποδομές όσο και σε δίκτυο ενημέρωσης και συλλογής δειγμάτων, σε σχέση με τις ιδιωτικές τράπεζες.

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι α. οι περισσότερες εταιρίες - μέλη της ΕΕΤΟΑ, ενημερώνουν τους υποψήφιους γονείς, μέσα από τα επίσημα έγγραφά τους, για την ύπαρξη και τη λειτουργία δημόσιας τράπεζας, β. ότι προτρέπουν τα ζευγάρια που δεν επιθυμούν ή αδυνατούν να πληρώσουν την ιδιωτική φύλαξη, να δωρίσουν και να μην πετάξουν, το ομφαλικό αίμα των παιδιών τους και γ. ότι η μελλοντική πιθανότητα πολλαπλασιασμoύ των βλαστοκυττάρων, θα καταστήσει τις ιδιωτικές τράπεζες, με τη συναίνεση κάποιων γονέων, το μεγαλύτερο δωρητή ποσοτήτων ομφαλικού αίματος, που θα μπορούν να πολλαπλασιαστούν και να δοθούν για δημόσια χρήση. Δειγμάτων που αν δεν είχαν φυλαχθεί ιδιωτικά, θα είχαν πιθανότατα καταλήξει στα ιατρικά λήμματα.

Το ζήτημα αυτό είναι μάλλον ιδεολογικό και δεν αφορά μόνο στα βλαστοκύτταρα, αλλά σε κάθε υπηρεσία του ιδιωτικού τομέα. Το ζήτημα αυτού του είδους της ισότητας θα μπορούσε να λυθεί α. με την κατάργηση κάθε είδους ιδιωτικών υπηρεσιών, β. με την υποχρεωτική δωρεά του ομφαλικού αίματος από κάθε τοκετό ή γ. με την κάλυψη των υπηρεσιών φύλαξης, μέσω των ασφαλιστικών ταμείων.

Μια πρόσφατη (2009) αναζήτηση στην επίσημη ιστοσελίδα για τις κλινικές δοκιμές που διεξάγονται υπό την αιγίδα του Εθνικού Ιδρύματος Υγείας (NIH) των Η.Π.Α., (http://clinicaltrials.gov) με λέξεις-κλειδιά «ομφαλικό αίμα (cord blood)» παρήγαγε 363 αποτελέσματα, αναδεικνύοντας το τεράστιο δυναμικό των ομφαλικών μοσχευμάτων. Ανάμεσα στα αποτελέσματα που προέκυψαν από την αναζήτηση, βρίσκει κανείς θεραπείες για αιματολογικές, μεταβολικές, νευρολογικές, ορθοπεδικές, ανοσολογικές, καρδιολογικές και άλλες ασθένειες. Συνεπώς η πληροφορία πως «τα ομφαλικά μοσχεύματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο σε αιματολογικά νοσήματα» είναι παρωχημένη.

Ήδη, έχουν δημοσιευθεί τα πρώτα αποτελέσματα από τη χρήση των βλαστοκυττάρων του ομφαλικού αίματος για τη θεραπεία του Διαβήτη τύπου Ι (Michael J Haller et al. 2008, Exp Hematology,36(6): 710-715) και αναμένονται εξελίξεις σε αντίστοιχες προσπάθειες για άλλα αυτοάνοσα νοσήματα, όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας.

Επίσης, πολλά υποσχόμενες είναι οι εξελίξεις στον τομέα της «Μηχανικής Ιστών», ενός κλάδου που βρίσκεται σε δυναμική ανάπτυξη και υπόσχεται να αλλάξει το μέλλον της ιατρικής. Η ανίχνευση μη-περιορισμένων ολοδύναμων σωματικών βλαστοκυττάρων στο ομφαλικό αίμα (Kogler G et al. J. Exp. Med. Vol 200; no2; july 19, 2004 pg 123-135) μπορεί να οδηγήσει τα ομφαλικά μοσχεύματα σε μία εναλλακτική πηγή βλαστοκυττάρων με ιδιαίτερα μεγάλο εύρος διαφοροποίησης, ενώ κύτταρα που περιέχει το ομφαλικό αίμα, ήδη χρησιμοποιούνται σε αναγεννητικές θεραπείες, όπως η αναγέννηση του μυοκαρδίου μετά από έμφραγμα (R de Silva and RJ Lederman, Cytotherapy 2004; 6(6): 608-614), καθώς και σε αναπλαστικές εφαρμογές στην ορθοπεδική και την αθλιατρική.

Αν αυτό ήταν αλήθεια, δεν θα υπήρχαν ιδιωτικές τράπεζες σχεδόν σε όλες τις πολιτισμένες χώρες του κόσμου (ενδεικτικά: Η.Π.Α., Καναδάς, Αυστραλία, Ιαπωνία, Βέλγιο, Ηνωμένο Βασίλειο, Ολλανδία, Αυστρία, Ελλάδα, Κύπρος κ.α.)

Στην πραγματικότητα, χιλιάδες αυτόλογες μεταμοσχεύσεις βλαστικών κυττάρων πραγματοποιούνται κάθε χρόνο για την αντιμετώπιση αιματολογικών παθήσεων και ορισμένων μορφών καρκίνου. Με βάση τα στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ), το 2002 έγιναν στην Ελλάδα 206 μεταμοσχεύσεις προγονικών αιμοποιητικών κυττάρων, από τις οποίες οι 119 ήταν αυτόλογες (ποσοστό 57.7%). Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν στον τύπο (Το Βήμα 9/11/08), το 2007 στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκαν 369 μεταμοσχεύσεις αιμοποιητικών κυττάρων, από τις οποίες οι 248 ήταν αυτόλογες (ποσοστό 67,2%). Ανάλογα είναι τα στοιχεία της EBMT (European Bone Marrow Transplantation Society) σύμφωνα με τα οποία το 63.2% των μεταμοσχεύσεων στην Ευρώπη είναι επίσης αυτόλογες μεταμοσχεύσεις (από τον ασθενή στον εαυτό του).

Κι ενώ οι παραπάνω μεταμοσχεύσεις αφορούν σε βλαστοκύτταρα που προέρχονται από τον μυελό των οστών των ίδιων των ασθενών (ο οποίος περιέχει κύτταρα όμοια με αυτά του ομφαλικού αίματος), το έτος 2007, πραγματοποιήθηκε και η πρώτη επιτυχής μεταμόσχευση αυτόλογων ομφαλικών βλαστοκυττάρων, για τη θεραπεία ενός 3χρονου παιδιού που έπασχε από Λευχαιμία (Ammar Hayami et al. 2007, Pediatrics 119,e296-e300). Το 2004 είχε προηγηθεί η χρήση αυτόλογων ομφαλικών μοσχευμάτων για τη θεραπεία μιας άλλης εξίσου σοβαρής αιματολογικής ασθένειας, της Απλαστικής Αναιμίας (Steven M. Fruchtman et al. 2004, Biology of Blood and Marrow Transplantation, 10:741-742) ενώ σύμφωνα με δημοσιεύματα (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 18 Αυγ. 2009, http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=73829), πρόσφατα χρησιμοποιήθηκε και η πρώτη ιδιωτικά αποθηκευμένη ελληνική μονάδα ομφαλικού αίματος, στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Duke των Η.Π.Α., για τη θεραπεία της μικρής ιδιοκτήτριάς τους.

Τέλος, ακόμα και στις περιπτώσεις όπου πράγματι απαιτείται μεταμόσχευση βλαστοκυττάρων από άλλο άτομο, ένα ιστοσυμβατό συγγενικό μόσχευμα (π.χ. το ομφαλικό αίμα ενός αδερφού, που αν δεν είχε φυλαχθεί ιδιωτικά, δεν θα ήταν διαθέσιμο) δίνει σημαντικά μεγαλύτερες πιθανότητες επιβίωσης (63% ζωντανοί ένα χρόνο μετά), συγκριτικά με ένα μη-συγγενικό μόσχευμα ίδιας ιστοσυμβατότητας (29% ζωντανοί ένα χρόνο μετά) (Gluckman E et al. N Engl J Med. 1997 Aug 7;337(6):373-81), γεγονός που συνηγορεί υπέρ της ιδιωτικής φύλαξης.

Τη στιγμή που γράφεται αυτό το κείμενο (01/10/2009), έχουν ψηφιστεί οι νόμοι που αφορούν στην ίδρυση τραπεζών κρυοσυντήρησης και στις προδιαγραφές που αυτές πρέπει να έχουν, ενώ ισχύ στην Ελλάδα έχουν και όλες οι σχετικές Ευρωπαϊκές Οδηγίες. Το γεγονός αυτό προσφέρει νομική κάλυψη στους γονείς που έχουν καταφύγει σε ιδιωτική φύλαξη και σε περίπτωση που το δείγμα τους υποστεί οποιαδήποτε βλάβη. Εντούτοις, δεν έχει ολοκληρωθεί το νομοθετικό πλαίσιο που θα επιτρέψει τη διενέργεια προληπτικών κρατικών ελέγχων και τη συνεπαγόμενη αδειοδότηση των μονάδων αυτών. Αυτό ισχύει τόσο για τις ιδιωτικές, όσο και για τη δημόσια τράπεζα βλαστοκυττάρων.

Μπροστά σε αυτή την κρατική καθυστέρηση, η πλειοψηφία των ελληνικών ιδιωτικών τραπεζών έχει καταφύγει σε συμμετοχή στην Ε.Ε.Τ.Ο.Α., η οποία έχει ως ρόλο, ανάμεσα σε άλλα, τη διενέργεια ελέγχων και την εξασφάλιση της τήρησης από τα μέλη της των διεθνών σχετικών προδιαγραφών. Επιπλέον, πολλές ιδιωτικές τράπεζες έχουν καταφύγει σε πιστοποίηση των υπηρεσιών τους, από αρμόδιους ελληνικούς ή ξένους κατά περίπτωση οίκους πιστοποιήσεων.

Η πρώτη μεταμόσχευση ομφαλικού αίματος έγινε το έτος 1989. Μέχρι σήμερα έχουν γίνει περισσότερες από 15.000 μεταμοσχεύσεις παγκοσμίως για την αντιμετώπιση περισσότερων από 60 διαφορετικών νοσημάτων. Συχνές είναι μάλιστα και οι μεταμοσχεύσεις ομφαλικού αίματος από αδερφό σε αδερφό, για τη θεραπεία νοσημάτων με υψηλή συχνότητα στον ελληνικό πληθυσμό, όπως η Μεσογειακή και η Δρεπανοκυτταρική αναιμία, ασθένειες δυνητικά θανατηφόρες, οι οποίες στην καλύτερη περίπτωση οδηγούν σε σημαντική υποβάθμιση της ποιότητας ζωής του ασθενούς.

Επιπλέον των παραπάνω, είναι γεγονός ότι το μέλλον πιθανότατα επιφυλάσσει πολλές ακόμη ευχάριστες εκπλήξεις, αφού το ομφαλικό αίμα αποτελεί τη βάση εκατοντάδων κλινικών δοκιμών για πληθώρα αιματολογικών και μη νοσημάτων.

Πράγματι, το ομφαλικό αίμα δεν είναι η μοναδική πηγή βλαστοκυττάρων. Βλαστοκύτταρα παραμένουν σε μικρές ποσότητες σε αρκετά σημεία του ενήλικου σώματος, όπως ο μυελός των οστών, το περιφερικό αίμα, τα βαθύτερα στρώματα του δέρματος, το λίπος, ο εγκέφαλος και τα νεογιλά δόντια. Στις περισσότερες περιπτώσεις δυστυχώς, τα ενήλικα αυτά βλαστοκύτταρα βρίσκονται σε χαμηλές συγκεντρώσεις και έχουν περιορισμένο εύρος εξειδίκευσης (μπορούν δηλαδή να εξειδικευτούν σε μικρό αριθμό διαφορετικών κυττάρων).

Το ομφαλικό αίμα παραμένει ως σήμερα η καλύτερη πηγή βλαστοκυττάρων, αφού σε αυτό έχουν ανιχνευτεί τουλάχιστον τρεις διαφορετικοί τύποι βλαστοκυττάρων, κάποιοι από τους οποίους μάλιστα δύναται να πολλαπλασιαστούν εργαστηριακά. Επίσης, το ομφαλικό αίμα λαμβάνεται με μη επεμβατικό τρόπο, βρίσκεται ηλικιακά πιο κοντά στην εμβρυϊκή ζωή και γι’ αυτό παρουσιάζει μεγαλύτερη ικανότητα πολλαπλασιασμού και διαφοροποίησης μέσα στο σώμα. Επιπλέον, είναι άμεσα διαθέσιμο και γίνεται ευκολότερα αποδεκτό ως μόσχευμα, αφού - όταν χρησιμοποιείται από το ένα άτομο στο άλλο (αλλογενείς μεταμοσχεύσεις) - οδηγεί σπανιότερα σε «Ασθένεια Μοσχεύματος ενατίον Ξενιστή» συγκριτικά με τον μυελό των οστών και το περιφερικό αίμα. Τέλος, το ομφαλικό αίμα είναι συγκριτικά καθαρότερο από μολυσματικούς και τοξικούς παράγοντες.

Άλλωστε, είναι τα πολλά πλεονεκτήματα του ομφαλικού αίματος, που ωθούν τις κυβερνήσεις όλο και περισσότερων κρατών, στη δημιουργία δημόσιων τραπεζών, οι οποίες διαφορετικά δεν θα είχαν λόγο ύπαρξης.

Πριν την όποια μεταμόσχευση κυττάρων σε οποιοδήποτε άτομο, υπάρχει η δυνατότητα απόψυξης ενός μικρού δείγματος (π.χ. ενός μόνο κρυοφιαλιδίου ομφαλικού αίματος) και η διενέργεια όποιου ελέγχου απαιτηθεί. Έτσι, το μόσχευμα ελέγχεται πριν να χρησιμοποιηθεί τόσο για τα ποσοτικά (αριθμός βιώσιμων βλαστοκυττάρων) όσο και για τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά (παρουσία μολυσματικών παραγόντων). Η δυνατότητα αυτού του προηγούμενου ελέγχου, δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης σχετικά με την καταλληλότητα ενός δείγματος.

Μάλιστα, πρόσφατα ανακοινώθηκε στον τύπο και η πρώτη επιτυχής χρήση ελληνικού δείγματος που είχε φυλαχθεί ιδιωτικά. Το δείγμα ελέγχθηκε και κατόπιν μεταμοσχεύθηκε στο κοριτσάκι από το οποίο ελήφθη. Η μικρή ασθενής έχει ήδη σημειώσει, με βάση τα ίδια δημοσιεύματα, (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 18 Αυγ. 2009, http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=73829), αξιόλογη πρόοδο.

Συχνά αναφέρεται ότι η ύπαρξη 10.000 δημόσιων μονάδων ομφαλικού αίματος θα κάλυπτε το 90% του ελληνικού πληθυσμού. Η αλήθεια είναι - δυστυχώς - ότι οι 10.000 δημόσιες μονάδες θα εξασφάλιζαν απλώς, την ύπαρξη μερικώς ιστοσυμβατών μοσχευμάτων (4 στα 6 αντιγόνα ιστοσυμβατότητας) γεγονός που θα εξασφάλιζε απλώς μία αποδεκτή μεταμόσχευση με μικρή πιθανότητα ίασης, για μέρος του πληθυσμού, αντίθετα με την πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα ίασης, που θα έδινε μια απολύτως ιστοσυμβατή μονάδα. Με απλά λόγια, ο αριθμός των 10.000 μονάδων, θα επαρκούσε για να δώσει «απλώς μια πιθανότητα σε όλους τους ασθενείς» και όχι για να δώσει «την καλύτερη δυνατή πιθανότητα στον κάθε ασθενή ξεχωριστά».

Παρόλα αυτά, και βάσει των στοιχείων της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρίας, 1 στους 3 ασθενείς που χρειάζεται μεταμόσχευση, χάνει δυστυχώς τη μάχη πριν βρεθεί έστω και ένα μερικώς ιστοσυμβατό μόσχευμα, παρά το γεγονός ότι η σχετική αναζήτηση διεξάγεται ταυτόχρονα σε όλες τις δημόσιες τράπεζες του κόσμου.

Copyright © 2011, CRYOTECH A.E.

Σχεδιασμός & Κατασκευή, ΑΝΑΔΟΜΗΣΙΣ Μηχανικοί

Image 01 Image 02 Image 03 Image 04 Image 05